aglimpseof 09 . ΤΟ ΡΑΓΙΣΜΑ

ΑΠΟ THN «ΡΗΞΗ» ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ «ΡΗΞΗ»
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2011

ΚΕΙΜΕΝΟ-ΠΗΓΗ: Το απόσπασμα «Δεύτερη νουβέλα, “Το ράγισμα”, Φιτζέραλντ, 1936» από το έργο «Mille Plateaux»(«Χίλια επίπεδα») των Ζιλ Ντελέζ και Φελίξ Γκουατταρί, σε μετάφραση Δήμητρας Ιωάννου.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

• Τα οπτικά κείμενα «Τίποτα δεν μπορεί πια να συμβεί της Δήμητρας Ιωάννου σε σύνδεση με την λέξη “ρήξη”

• Το ηχητικό έργο «Molecular» της Ειρήνης Καραγιαννοπούλου σε σύνδεση με την λέξη “μοριακός”

• Η φωτογραφία «AF0278» του Γιάννη Δρακουλίδη σε σύνδεση με την λέξη “κόσμος”

• Το ηχητικό έργο «Time» της Ειρήνης Καραγιαννοπούλου σε σύνδεση με την λέξη “χρόνος”

• Η φωτογραφία «Untitled» from the series «Echoes» της ma_kapoka@yahoo. σε σύνδεση με την λέξη “χτυπήματα”

• Tο βίντεο «Rupture» της Nance Davies σε σύνδεση με την λέξη “ρήξη”

«Φυσικά όλη η ζωή είναι μια διαδικασία κατάρρευσης, αλλά τα χτυπήματα που κάνουνε τη δραματική πλευρά της δουλειάς -τα μεγάλα ξαφνικά χτυπήματα που έρχονται, ή τουλάχιστον έτσι δείχνουν, από τα έξω-, εκείνα τα οποία θυμάσαι και τα οποία κατηγορείς και για τα οποία μιλάς, σε στιγμές αδυναμίας, στους φίλους σου, δεν εμφανίζουν αμέσως τς συνέπειές τους. Υπάρχει κι ένα χτύπημα άλλου είδους το οποίο έρχεται από τα μέσα -το οποίο δεν αισθάνεσαι παρά μόνο όταν είναι πολύ αργά για να κάνεις κάτι, παρά μόνο όταν συνειδητοποιήσεις οριστικά ότι κατά κάποιο τρόπο δεν πρόκειται ποτέ να ξαναγίνεις τόσο καλός όσο ήσουν. Το πρώτο είδος κατάρρευσης μοιάζει να γίνεται γρήγορα· το δεύτερο γίνεται σχεδόν χωρίς να το καταλάβεις, αλλά το συνειδητοποιείς πραγματικά απότομα».

«Το ράγισμα» του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ είναι ένα αυτοβιογραφικό κείμενο σε τρία μέρη τα οποία δημοσιεύτηκαν αρχικά στα τεύχη Φεβρουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου 1936 του περιοδικού Esquire. Ο Ζιλ Ντελέζ και ο Φελίξ Γκουατταρί το αναλύουν στο όγδοο κεφάλαιο του βιβλίου «Χίλια Επίπεδα», που είναι το δεύτερο μέρος του έργου «Καπιταλισμός και σχιζοφρένεια», με τίτλο «Δεύτερη Νουβέλα: “Το ράγισμα”. Φιτζέραλντ, 1936».

Στην αρχή του κεφαλαίου γράφουν: «Πάρτε τον Φιτζέραλντ. Είναι ένας μεγαλοφυιής αφηγητής και νουβελίστας. Αλλά είναι νουβελίστας κάθε φορά που αναρωτιέται: Τι μπορεί να έγινε ώστε να φθάσουν εδώ τα πράγματα; Είναι ο μόνος που είχε την ικανότητα να φέρει αυτό το ερώτημα σε τέτοιο σημείο εντατικότητας. Όχι ότι είναι ένα ερώτημα για τη μνήμη, τη σκέψη, τη γεροντική ηλικία ή την κούραση, ενώ η αφήγηση θα ήταν για την παιδική ηλικία, τη δράση ή την ορμή. Πάντως είναι αλήθεια ότι ο Φιτζέραλντ θέτει το ερώτημα ως νουβελίστας μόνο όταν ο ίδιος αισθάνεται φθαρμένος, κουρασμένος, άρρωστος ή ακόμα χειρότερα. Αλλά και πάλι δεν υπάρχει απαραίτητα σύνδεση: θα μπορούσε να είναι επίσης ένα ερώτημα για το σθένος ή την αγάπη. Όπως και είναι, ακόμα και σ’ αυτές τις συνθήκες απελπισίας. Θα ήταν καλύτερα να το συλλάβεις σύμφωνα με την αντίληψη: μπαίνεις σ’ ένα δωμάτιο και αντιλαμβάνεσαι ότι κάτι ίσως είναι ήδη εκεί, σαν να έχει μόλις συμβεί, αν και ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί. Ή ξέρεις ότι αυτό που γίνεται τώρα, γίνεται για τελευταία φορά, ότι έχει ήδη τελειώσει. Ακούς ένα “σ’ αγαπώ” και ξέρεις πως λέγεται για τελευταία φορά. Σημειωτική αντίληψη. Θεέ μου, τι μπορεί να έγινε, ενώ όλα είναι και παραμένουν ανεπαίσθητα, ώστε να είναι και να παραμείνουν ανεπαίσθητα για πάντα;»

Το έργο «Χίλια Επίπεδα» (1980) κυκλοφορεί στο πρωτότυπο γαλλικό κείμενο από τις Editions de Minuit / Collection critique, και σε αγγλική μετάφραση του Brian Massumi από τις εκδόσεις Minneapolis: University of Minnesota Press.

Δεύτερη Νουβέλα, «Το ράγισμα», Φιτζέραλντ, 1936.

των Ζιλ Ντελέζ και Φελίξ Γκουατταρί

«Τι έγινε;», είναι το ερώτημα στο οποίο ο Φιτζέραλντ εξακολουθεί να επανέρχεται στο τέλος, ενώ έχει ήδη πει ότι «φυσικά όλη η ζωή είναι μια διαδικασία κατάρρευσης». Πώς ν’ αντιληφθούμε αυτό το «φυσικά»; Αρχικά μπορούμε να πούμε ότι η ζωή εμπλέκεται ασταμάτητα σε μια τμηματοποίηση όλο και πιο άκαμπτη και στείρα.

Για τον συγγραφέα Φιτζέραλντ υπάρχει η φθορά των ταξιδιών, με τα τμήματά τους καλά διαχωρισμένα. Κι ακόμα υπάρχουν, από τμήμα σε τμήμα, η οικονομική κρίση, η απώλεια του πλούτου, η κούραση και η γήρανση, ο αλκοολισμός, η αποτυχία της συζυγικής ζωής, η άνοδος του κινηματογράφου, η έλευση του φασισμού, του σταλινισμού, η απώλεια της επιτυχίας και του ταλέντου -εκεί ακριβώς όπου ο Φιτζέραλντ θα ξαναβρεί την ιδιοφυία του. «Τα μεγάλα ξαφνικά χτυπήματα που έρχονται, ή μοιάζουν να έρχονται, από τα έξω», και ενεργούν με πολυσήμαντες κοπές, και μας κάνουν να περνάμε, από τον έναν όρο στον άλλο, σε διαδοχικές δίπολες «επιλογές»: πλούσιος-φτωχός… Ακόμα και αν η αλλαγή γινόταν προς την αντίθετη κατεύθυνση, τίποτα δεν θα ερχόταν ν’ αντισταθμίσει τη σκλήρυνση, τη γήρανση που επικωδικώνει όλα όσα συμβαίνουν. Μια γραμμή άκαμπτης τμηματοποίησης η οποία κινητοποιεί μεγάλες μάζες, αν και αρχικά ήταν εύκαμπτη.

Αλλά ο Φιτζέραλντ λέει ότι υπάρχει ένας άλλος τύπος ραγισμάτων, που ακολουθούν μια εντελώς διαφορετική  τμηματοποίηση. Αυτή τη φορά δεν πρόκειται για μεγάλες κοπές, αλλά μικρο-ραγίσματα, όπως σ’ ένα πιάτο, πολύ πιο επιδέξια και πιο εύκαμπτα, και τα οποία πραγματοποιούνται μάλλον όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά στην άλλη πλευρά. Αν υπάρχει και σ’ αυτή τη γραμμή γήρανση, γίνεται με άλλο τρόπο: εδώ γερνάς μόνο όταν στην άλλη γραμμή δεν το αισθάνεσαι, και στην άλλη γραμμή δεν το αντιλαμβάνεσαι παρά μόνο όταν «αυτό» έχει ήδη συμβεί στην γραμμή εδώ. Σε μια τέτοια στιγμή, η οποία δεν αντιστοιχεί στις ηλικίες της άλλης γραμμής, έχεις φθάσει ένα στάδιο, μια αναλογία, μια εντατικότητα πέρα από την οποία δεν μπορείς να πας. (Είναι πολύ λεπτό το θέμα με τις εντατικότητες: η πιο ωραία εντατικότητα γίνεται βλαβερή όταν εκείνη τη στιγμή ξεπερνάει τις δυνάμεις σου, πρέπει να μπορείς ν’ αντέξεις, να είσαι σε θέση.) Αλλά, τι ακριβώς έγινε; Στην πραγματικότητα τίποτα το προσδιοριστικό ή το αντιληπτό· μοριακές μεταβολές και αναδιανομές της επιθυμίας από τις οποίες, όταν κάτι γίνεται, το εγώ που περίμενε είναι ήδη νεκρό ή αυτό που θα περίμενε δεν έχει ακόμα φθάσει. Αυτή τη φορά, ωθήσεις και τριξίματα στην ενύπαρξη ενός ριζώματος αντί για τις μεγάλες κινήσεις και κοπές που ορίζονται από την υπερβατικότητα ενός δένδρου. Το ράγισμα «γίνεται σχεδόν χωρίς να το καταλάβεις, αλλά το συνειδητοποιείς πραγματικά απότομα». Αυτή η περισσότερο εύκαμπτη μοριακή γραμμή, όχι λιγότερο ανησυχητική, πολύ πιο ανησυχητική, δεν είναι απλά εσωτερική ή προσωπική: κι εκείνη επίσης κινητοποιεί ένα σωρό πράγματα, αλλά σε άλλη κλίμακα και σε άλλες μορφές με διαφορετικής φύσης κατατμήσεις, ριζωματικές αντί για δενδρώδεις. Μια μικρο-πολιτική.

Και μετά υπάρχει μια τρίτη γραμμή, όπως μια γραμμή ρήξης, και η οποία σηματοδοτεί την έκρηξη των δύο προηγούμενων, την πρόσκρουσή τους… σε όφελος κάτι άλλου; «Αυτό με οδήγησε στην ιδέα ότι όσοι επέζησαν είχαν έρθει σε αληθινή ρήξη. Αυτή η λέξη είναι μεγάλη και δεν έχει να κάνει με την απόδραση, όταν συνήθως κάποιος κατευθύνεται σε νέα φυλακή ή θα υποχρεωθεί να επιστρέψει στην παλιά». Ο Φιτζέραλντ αντιτάσσει εδώ τη ρήξη στις ψευτο-κοπές που είναι δομικές για τις σημαίνουσες αλυσίδες. Αλλά δεν τη διαχωρίζει λιγότερο από τις σχέσεις ή τους πιο εύκαμπτους, πιο υπόγειους κορμούς, του τύπου «ταξίδι» ή ακόμα μοριακούς μετατοπισμούς. «Η περίφημη “Διαφυγή” ή “το «να φύγεις μακριά απ’ όλα” είναι μια εκδρομή στην παγίδα ακόμα κι αν η παγίδα περιλαμβάνει τις Θάλασσες του Νότου, οι οποίες είναι μόνο γι’ αυτούς που θέλουν να τις ζωγραφίσουν ή να τις διασχίσουν. Μια αληθινή ρήξη είναι κάτι από το οποίο δεν επανέρχεσαι, είναι ανεπανόρθωτη γιατί κάνει το παρελθόν να παύει να υπάρχει». Είναι δυνατό τα ταξίδια να είναι πάντα μια επιστροφή στην άκαμπτη τμηματοποίηση; Συναντάς πάντα τον μπαμπά και τη μαμά σου σ’ ένα ταξίδι, ακόμα και στις θάλασσες του Νότου, όπως ο Μελβίλ; Με σκληρούς μυς; Πρέπει να πιστέψουμε ότι η ίδια η εύκαμπτη τμηματοποίηση αναμορφώνει στο μικροσκόπιο, και ελαχιστοποιεί, τις μεγάλες μορφές από τις οποίες υποτίθεται ότι διέφευγε; Πάνω από κάθε ταξίδι βαραίνει η αξέχαστη φράση του Μπέκετ: «Δεν ταξιδεύουμε για την απόλαυση απ’ όσο ξέρω· είμαστε ανόητοι αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό».

Στη ρήξη δεν έχει εξαφανιστεί μόνο η ύλη του παρελθόντος, δεν υπάρχει πια ούτε η μορφή του τι έχει συμβεί, ενός ανεπαίσθητου πράγματος που έγινε σε μια φευγαλέα ύλη. Εγώ ο ίδιος έχω γίνει ανεπαίσθητος και απόκρυφος σ’ ένα ακίνητο ταξίδι. Τίποτα πια δεν μπορεί να συμβεί ή να έχει συμβεί. Κανείς πια δεν μπορεί να κάνει κάτι για μένα ή ενάντια σ’ εμένα. Τα εδάφη μου δεν καταλαμβάνονται, όχι γιατί είναι φανταστικά, το αντίθετο: γιατί τα σχεδιάζω τώρα. Τελείωσαν οι μεγάλοι ή οι μικροί πόλεμοι. Τελείωσαν τα ταξίδια όπου σέρνεσαι πάντα πίσω από κάτι. Δεν έχω πια κανένα μυστικό γιατί έχω χάσει το πρόσωπο, τη μορφή και την ύλη. Δεν είμαι πια παρά μία γραμμή. Έχω γίνει ικανός ν’ αγαπήσω, όχι με μια παγκόσμια αφηρημένη
αγάπη, αλλά εκείνον που θα επιλέξω και θα με επιλέξει, στα τυφλά, το διπλό μου, που δεν έχει περισσότερο Εγώ από εμένα. Έχω σωθεί από αγάπη και για την αγάπη εγκαταλείποντας τόσο την αγάπη όσο και το εγώ. Δεν είμαι πια παρά μια αφηρημένη γραμμή, σαν ένα τόξο που διαχίζει το κενό. Απόλυτη απεδαφικοποίηση. Έχω γίνει όπως όλος ο κόσμος, αλλά με τον τρόπο με τον οποίο κανένας δεν μπορεί να γίνει όπως όλος ο κόσμος. Έχω ζωγραφίσει τον κόσμο πάνω μου και όχι εμένα πάνω στον κόσμο. Δεν πρέπει να λέγεται ότι η μεγαλοφυία είναι ένας ασυνήθιστος άνθρωπος, ούτε ότι όλος ο κόσμος έχει μεγαλοφυία. Μεγαλοφυία είναι εκείνος που ξέρει απ’ όλο-τον-κόσμο να κάνει ένα γίγνεσθαι (ίσως ο Οδυσσέας, η αποτυχημένη φιλοδοξία του Τζόις, η μισο-επιτυχημένη του Πάουντ). Έχω εισέλθει στα γίγνεσθαι-ζώα, στα γίγνεσθαι-μοριακά, τέλος στα γίγνεσθαι-ανεπαίσθητα. «Ήμουν οριστικά στην άλλη μεριά του οδοφράγματος. Η φρικτή αίσθηση του ενθουσιασμού συνεχιζόταν.*  (…) Θα προσπαθήσω όσο γίνεται να είμαι ένα σωστό ζώο, και αν μου ρίξετε ένα κόκκαλο με αρκετό κρέας ίσως σας γλείψω το χέρι». Γιατί αυτός ο απελπισμένος τόνος; Η γραμμή της ρήξης ή της πραγματικής διαφυγής δεν έχει τον δικό της κίνδυνο, χειρότερο απ’ όλους τους άλλους; Είναι ώρα να πεθάνω. Πάντως ο Φιτζέραλντ μας προτείνει τη διάκριση των τριών γραμμών που μας διασχίζουν και συνθέτουν «μια ζωή» (τίτλος τύπου Μωπασάν). Γραμμή κοπής, γραμμή ραγίσματος, γραμμή ρήξης. Η γραμμή της άκαμπτης τμηματοποίησης ή της γραμμομοριακής κοπής, η γραμμή της εύκαμπτης κατάτμησης ή του μοριακού ραγίσματος, η γραμμή της διαφυγής ή της ρήξης, αφηρημένη, θανάσιμη και ζωντανή, μη τμηματική.

* Μετάφραση από το κείμενο των Ντελέζ και Γκουατταρί. Το κείμενο του Φιτζέραλντ είναι: «I was off the dispensing end of the relief roll forever. The heady villainous feeling continued.»
Μετάφραση : Δήμητρα Ιωάννου / Οι περισσότεροι όροι αποδόθηκαν σύμφωνα με τη μετάφραση του έργου «Καπιταλισμός και σχιζοφρένεια. Ο Αντι-Οιδίπους» από την Καίτη Χατζηδήμου και την Ιουλιέττα Ράλλη (εκδόσεις Ράππα).

Leave a Reply

Please log in using one of these methods to post your comment:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s