aglimpseof 01 . ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΙΑΣ

ΑΠΟ ΤΗΝ «ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ» ΜΕΧΡΙ ΤΟ «ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΣ»
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ -ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2009

KEIMENΟ-ΠΗΓΗ: Κείμενο του Γουέιν Κέστενμπωμ με τίτλο «Το σχέδιο της ματαιοδοξίας». Δημοσιεύτηκε στο τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 2007 του περιοδικού Modern Painters.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

• Η πρόζα «Το δέμα» της Δήμητρας Ιωάννου σε σύνδεση με την λέξη «αποσύνθεση»

• Τα ηχητικά έργα «Η απάντηση είναι πάντα όχι», «No-oh no ca va pas» της Ειρήνης Καραγιαννοπούλου σε σύνδεση με την λέξη «όχι»

• Το βίντεο «Άυλο» της Ειρήνης Καραγιαννοπούλου με μουσική του Γιάννη Σαξώνη σε σύνδεση με την λέξη «άυλο»

• Τα ηχητικά έργα «Είμαι αποτυχία», «Αποτυχία θα μπορούσε να είναι κάποιος τόσο ξεχωριστός», «Αποτυχία. Ποιοί εμείς;» της Ειρήνης Καραγιαννοπούλου σε σύνδεση με την λέξη «αποτυχία»

• Το ποίημα «Στοιχειώδες» της Άνγκελα Μίβις σε σύνδεση με την λέξη «στοιχειώδες»

Ένας φανταστικός διάλογος ανάμεσα στη Μπριζίτ Μπαρντό και την Κάρεν Κιλίμνικ όπως τον σκηνοθέτησε ο ποιητής, κριτικός πολιτισμού και καθηγητής Wayne Koestenbaum [Γουέιν Κέστενπωμ]. Δημοσιεύτηκε στο τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 2007 του περιοδικού Modern Painters, και είναι ένα αριστούργημα προσποίησης με αναφορές στην ποπ κουλτούρα και στην τέχνη μέσα από το κουτσομπολιό, τα γλειφιτζούρια, τη μεταφορά, την περίφραξη.

Το Σχέδιο Της Ματαιοδοξίας του Wayne Koestenbaum

Στον κόσμο της Κάρεν Κιλίμνικ οι Ρώσοι δεν επαναστάτησαν ποτέ. Ούτε οι Γάλλοι. Αν και είναι γνωστή για τα σχέδια και το ζωγραφικό της έργο (πιο πρόσφατα και για τα μπαλέτα της), το αληθινό της μέσο και πιθανότατα ο λόγος ύπαρξής της (sic: raison d’ être) είναι η επίφαση: δεν την ενδιαφέρει η Πάρις Χίλτον αλλά η Πάρις Χίλτον ως Μαρία Αντουανέτα με την τεχνοτροπία του Σερ Χένρι Ρέιμπερν*. Oι Old Masters κατακερματίζονται και παρασύρονται από το ορμητικό απόθεμα της ποπ κουλτούρας, η φθηνή λάμψη από τη φυσική ομορφιά. Για να καταλάβεις το έργο της Κιλίμνικ τι καλύτερο από το να σκηνοθετήσεις ένα φανταστικό διάλογο ανάμεσα στην καλλιτέχνη κι ένα από τα θέματά της την Μπριζίτ Μπαρντό, όπως κάνει ο Γουέιν Κενστενμπώμ στις επόμενες σελίδες; Για την Κιλίμνικ το έργο είναι μια πολυσύνθετη παραγωγή όπου ο χρόνος και ο χώρος είναι άυλοι, το ροκοκό είναι πανκ ροκ και οι συλφίδες, τόσο του Χόλιγουντ όσο και του είδους με τις περούκες, έχουν απόλυτη εξουσία.

"Brigitte Bardot Shopping in Shorts," 1985, από την αναδρομική έκθεση της Κάρεν Κιλίμνικ στο Philadelphia Institute of Contemporary Art. Μολύβι σε χαρτί. 303 Gallery, New York.

Brigitte Bardot: Σ’ ευχαριστώ για το σχέδιο του 1974*.

Karen Kilimnik: Η ευχαρίστηση είναι δική μου.

ΒΒ: Δεν είναι αστείο να σε παρενοχλεί ο Τύπος.

ΚΚ: Είναι απόδειξη ότι σε θέλουν.

ΒΒ: Θα ένιωθες διαφορετικά αν είχες αποκαλύψει διεθνώς το στήθος σου σε μικρή ηλικία.


ΚΚ: Το στριπτίζ είχε την ίδια γεύση με το σιρόπι για τον βήχα;


ΒΒ: Αισθάνθηκα  σαν να στάζει μια κολλώδης ουσία στα πόδια μου.


ΚΚ: Είσαι ειδική στο να ξεπερνάς την αμηχανία σου και να την κάνεις τέχνη.


ΒΒ: Περίμενε. Δεν είμαι η σημαντικότερη διασημότητα του έργου σου. Ασχολήθηκες με την Ελίζαμπεθ Χάρλεϊ και τη Λίζα Στάινμπεργκ, το κορίτσι που δολοφονήθηκε. Σε τραβάνε τα θύματα.


ΚΚ: Μ’ αρέσει η διαθεσιμότητά τους στα τυχαία βλέμματα, στις συκοφαντίες.


ΒΒ: Ο Τύπος οικειοποιήθηκε το σώμα μου εύκολα, ήταν ένα είδος καταπάτησης, αλλά είμαι πολύ απασχολημένη για να κάνω μυνήσεις.


ΚΚ: Απασχολημένη με τι;


ΒΒ: Τα δικαιώματα των ζώων. Αντιδραστικούς σκοπούς.


ΚΚ: Αν είχα προβλέψει ότι θα ξέπεφτες σε αντιδραστικά ζητήματα, δεν θα σε είχα σχεδιάσει να ψωνίζεις με σορτς – μια καταπληκτική φωτογραφία του 1974* την οποία μετέτρεψα ονειρικά σε τέχνη.


ΒΒ: Γιατί δεν έβαλες χρώμα;


ΚΚ: Ήμουν στοιχειώδης. Ήθελα ν’ αποδώσω την επιθετική σου μυστικοπάθεια, την ομοιότητά σου μ’ ένα κυνηγημένο ελάφι.


ΒΒ: Οι σοφοί με υποτιμούν.


ΚΚ: Έχω κι εγώ τους επικριτές μου.


ΒΒ: Δεν μπορούμε να συμμαχίσουμε και να ξεφύγουμε από τους συκοφάντες;


ΚΚ: Αυτό είναι αδύνατο. Είμαστε μόνιμα εκτεθειμένες.


ΒΒ: Με σχεδίασες με σορτς αντί παντελόνι για να δείξεις ότι είμαι ευάλωτη;


ΚΚ: Δεν είχα μεταφορικές προθέσεις. Κυριολεκτούσα.


ΒΒ: Τώρα κλαις.


ΚΚ: Σκουπίδια σκορπισμένα στην περιφέρεια με συγκινούν μέχρι δακρύων.


ΒΒ: Γιατί με κάλεσες εδώ;


ΚΚ: Θαυμασμός. Περιέργεια. Βαρεμάρα. Το ότι δεν κυριολεκτείς με διασκεδάζει.


ΒΒ: Όσο πιο πολύ μένω τόσο πιο αλληγορική γίνομαι.


ΚΚ: Δεν σε θεωρώ ολοκληρωτικά ένα κατασκεύασμα των μήντια.


ΒΒ: Έχεις δεις τις ταινίες μου;


ΚΚ: «Viva Maria!». «Η περιφρόνηση». Δεν είσαι πια διάσημη στις ΗΠΑ. Είσαι στο περιθόριο.


ΒΒ: To ξεθωριασμένο αντίγραφο μιας διασημότητας;


ΚΚ: Είσαι σχεδόν αποτυχία.


ΒΒ: Η θέση της αποτυχίας μου είναι μια ζεστή περίφραξη, ένα μέρος που προσφέρεται για ξεκούραση κι ανασυγκρότηση.


ΚΚ: Με γοήτευσες γιατί ήσουν και αποτυχημένη και σταρ.


ΒΒ: Στο σχέδιό σου το σκάω από μια σκηνή εγκλήματος.


ΚΚ: Το έγκλημα της λάμψης σου. Το έγκλημα της προβολής σου.


ΒΒ: Το έγκλημα της αναγνωσιμότητάς μου.


ΚΚ: Αναγνωσιμότητας;


ΒΒ: Χρειάζεται να εξηγηθώ; Το σώμα μου είναι πολύ αποκαλυπτικό για να το εκθέσουν οι λέξεις.


ΚΚ: Σε διαβάζουμε όπως τις Δέκα Εντολές, αιώνιες πλάκες που μπορούμε να ερμηνεύσουμε κατά βούληση.


ΒΒ: Δεν είμαι ευέλικτη. Αντίθετα από τον νόμο είμαι σαφής.


ΚΚ: Λέμε μονολογική.


ΒΒ: Ποιοί εμείς;


ΚΚ: Η βιομηχανία της κουλτούρας.


ΒΒ: Προσπαθείς να οικειοποιηθείς τη φήμη μου για να φτιάξεις το δικό σου αυτοπορτρέτο.


ΚΚ: Σαν θεατές ξέρουμε πώς κινείσαι και πώς φιλάς και πώς περιφρονείς, αλλά δεν ξέρουμε πολλά για τον σκύλο σου.


ΒΒ: Μπορούμε να μιλήσουμε για το κουτσομπολιό;


ΚΚ: Διαδίδεται, είναι αναξιόπιστο, είναι υποτιμημένο, πληγώνει κόσμο, είναι λιπαρό.


ΒΒ: Αποτρέπει τη συνειδητοποίηση;


ΚΚ: Δεν μας τρέφει ΒΒ, αλλά η αγάπη μας γι’ αυτή την έλλειψη τροφής μεγαλώνει. Η απεικόνιση μη θρεπτικών ουσιών είναι από μόνη της μια φτωχή αν και δυναμωτική διατροφή.


ΒΒ: Η εικόνα μου σε έθρεψε.


ΚΚ: Θα μπορούσα να τη γλείψω σαν γλειφιτζούρι.


ΒΒ: Αυτό είναι φαλλικό.


ΚΚ: Όχι πραγματικά. Τα γλειφιτζούρια εξαφανίζονται.


ΒΒ: Ο κόσμος αντιμετωπίζει τον φαλλό σαν να ήταν εξάρτημα.


ΚΚ: Είναι άυλος.


ΒΒ: Όπως η παρουσία μου στο σχέδιό σου.


ΚΚ: Προσπαθείς να βγεις από το πλαίσιο.


ΒΒ: Δεν ανήκω στο μυαλό σου. Το σκάω.


ΚΚ: Σαν να τελείωσε η ποινή φυλάκισής σου στη φανταστική μου ζωή.


ΒΒ: Ν’ αναφέρω ότι  δεν έχεις ολοκληρώσει το σχέδιο του οδηγού της λιμουζίνας μου. Η φιγούρα του είναι ελλειπτική για να με πιάσει.


ΚΚ: Είμαι περιέργη ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο 1974 που σε φωτογράφισαν να ψωνίζεις με σορτς και το 1985 που σε σχεδίασα να ψωνίζεις με σορτς.


ΒΒ: Αυτό το πέρασμα των έντεκα χρόνων κάθεται στο δωμάτιο ανάμεσά μας σαν ένας λευκός ελέφαντας (σημ. μτφρ.: έκφραση που σημαίνει «κάτι περιττό»).


ΚΚ: Βρίσκεται εδώ σαν ένας κακόγουστος παράγοντας αποξένωσης, όπως η αγένεια ή ένα λάθος βήμα (sic: faux pas) ή μια άσχημη μυρωδιά.


ΒΒ: Η διαφορά μεταξύ 1974 και 1985 είναι ένα παγόβουνο που δεν θα λιώσει ποτέ.


ΚΚ: Κι έτσι μπορούμε να το παρατηρούμε και να το γλείφουμε όπως το γλειφιτζούρι που ανέφερα πριν.


ΒΒ: Είναι μια τεράστια, παρηγορητική παρουσία, κρύα στο άγγιγμα και καταστροφική για τα νεύρα.


ΚΚ: H διαφορά μεταξύ 1974 και 1985 είναι αφηρημένη και μαζί αισθητή κι αποκρουστική όπως μια λάθος απόφαση που παίρνει η διοίκηση μιας μεγαλούπολης.


ΒΒ: Όπως της Νίκαιας ή της Μασαλίας όταν οι διοικήσεις τους κακοδιαχειρίζονται τις ζώνες;


ΚΚ: Το σχίσμα ανάμεσα στις δεκαετίες είναι ένα τρομερό φορτίο.


ΒΒ: Το σχέδιό που έκανες είναι πολιτικό;


ΚΚ: Προσπαθείς να με κατευνάσεις χρησιμοποιώντας τη λέξη «πολιτικό».


ΒΒ: Το κουτσομπολιό δεν είναι πολιτικό; Το ότι κουτσομπολεύουμε τις ζωές μας, το σχέδιο μου, τα ψώνια μου, την αναποφασιστικότητά σου;


ΚΚ: Δεν ορίσαμε το «κουτσομπολιό».


ΒΒ: Αρκεί που χρησιμοποιούμε τη λέξη. Η ανάλυση μπορεί να γίνει σιωπηλά πίσω από τις λέξεις.

ΚΚ: Είσαι πιο διάσημη από εμένα.


ΒΒ: Αυξανόμενη έλλειψη ισορροπίας.


ΚΚ: Σε σχεδίασα για να μπορέσω να κατοικίσω μέσα στην ανισότητα.


ΒΒ: Άρχισες πάλι με το γλειφιτζούρι σου.


ΚΚ: Το γλειφιτζούρι μου;


ΒΒ: Βρίσκεις πάντα διάκενα και σχίσματα και τα μεταχειρίζεσαι σαν σουίτες πολυτελείας. Συμπεριφέρεσαι σαν μια τρύπα ή μια απορία να ήταν επιπλωμένες, άνετες και περιφραγμένες -μια πραγματική σπηλιά.


ΚΚ: Είναι αλήθεια. Με νοιάζει η πολυτέλεια.


ΒΒ: Κι ο πάγος.


ΚΚ: Ναι. Μ’ αρέσουν οι πιο κρύες περιοχές της σκέψης και των αισθήσεων.


ΒΒ: Δεν φοβάσαι μην ξεπαγιάσεις μέχρι θανάτου;


ΚΚ: Νιώθω άνετα στα μεγάλα διαστήματα πάγου.


ΒΒ: Γι’ αυτό δεν βάζεις περισσότερο «αίσθημα» στο έργο σου;


ΚΚ: Τα ψάρια που πήρα από την αγορά είναι ασφαλή στον πάγο. Δεν χρειάζεται ν’ ανησυχώ μήπως χαλάσουν.


ΒΒ: Τα ψάρια στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι τα «συναισθήματά» σου;


ΚΚ: Ακριβώς. Δεν φοβόμαστε την αποσύνθεση.


ΒΒ: Τώρα μιλάμε για ψάρια. Πριν μιλούσαμε για γλειφιτζούρια.


ΚΚ: Πρέπει να ρωτήσω. Τι ψώνιζες σ’ εκείνη την φωτογραφία του 1974;


ΒΒ: Ό,τι ψώνιζα στο σχέδιο που έκανες το 1985. Ό,τι ψωνίζω τώρα.


ΚΚ: Το βρήκες;


ΒΒ: Όχι στο νούμερό μου.


ΚΚ: Έχεις σκοπό να το βρεις;


ΒΒ: Όχι.


ΚΚ: Τότε γιατί ψωνίζεις ακόμα;


ΒΒ: Έχω ανάγκη να διατηρήσω ζωντανή την αναζήτηση.


ΚΚ: Έτσι μένουν απασχολημένοι στη Βαλχάλα* οι σφαγιασμένοι.


ΒΒ: Κουτσομπολεύουν.


ΚΚ: Οι ασυναρτησίες των συζητήσεων τρέφουν.


ΒΒ: Είναι ερωτικές.


ΚΚ: Μια αργή, περιπαιχτική διαδικασία.


ΒΒ: Έγραψες 2 ΜΜ στο σχέδιο. Στις 2 ΜΜ το τελείωσες;


ΚΚ: Ήθελα να σημειώσω τη στιγμή.


ΒΒ: Τώρα δεν θυμάσαι ποια στιγμή ήθελες να σημειώσεις.


ΚΚ: Σημασία έχει ότι τη σημείωσα.


ΒΒ: Με το χαρακτηριστικό σου σημάδι.


ΚΚ: Το σημάδι μου είναι σκόπιμα γενικό.


ΒΒ: Όπως το δικό μου. Αλλά όπως ανέφερες πριν για το γλειφιτζούρι σου και τα διαστήματα πάγου, ανακαλύπτουμε ότι η γενικότητα είναι μια άνετη κατοικία.


ΚΚ: Σωστή παρατήρηση.


ΒΒ: Ξεθεώθηκα. Ας κλείσουμε το μαγνητόφωνο.


ΚΚ: Αν δεν μας αρέσει η συζήτηση μπορούσε να ξαναρχίσουμε, και να μαγνητοφωνήσουμε τη νέα συζήτηση πάνω από την προηγούμενη.


ΒΒ: Ίχνη της πρώτης συζήτησης μπορεί ν’ ακούγονται κάτω από τη δεύτερη.


ΚΚ: Παλίμψηστο. Δύο επάλληλες συζητήσεις.


ΒΒ: Όπως το 1974 και το 1985.


ΚΚ: Δύο διαφορετικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί που αναγγέλλουν το ίδιο έγκλημα.


ΒΒ: Η ομοιότητα είναι παρηγορητική όπως το γλειφιτζούρι σου.


ΚΚ: Επίσης δημιουργεί σύγχυση.


ΒΒ: Είμαι διάσημη για το στήθος μου, εσύ είσαι για το «χέρι» σου.


ΚΚ: Ζούμε σε μια εποχή που υποτιμά το χέρι.


ΒΒ: Η εποχή μας υποτιμά το στήθος;


ΚΚ: Όχι. Το στήθος εκτιμάται ακόμα.


ΒΒ: Είχαμε σκοπό να κλείσουμε το μαγνητόφωνο, αλλά παρασυρθήκαμε στο να παρηγορεί η μία την άλλη.


ΚΚ: Δεν βρίσκω την παρουσία σου εδώ ιδιαίτερα παρηγορητική.


ΒΒ: Ο Ροζέ Βαντίμ μου έμαθε ότι είναι καλύτερα να προκαλείς από το να παρηγορείς.


ΚΚ: Είχε άδικο.


ΒΒ: Έχω κολλήσει στην πρόκληση. Είναι η μοναδική μου τακτική.


ΚΚ: Κι εγώ έχω κολλήσει στην παρηγοριά.


ΒΒ: Κάνουμε κύκλους πάλι. Και δεν έχουμε ορίσει τη διαφορά μεταξύ πρόκλησης και παρηγοριάς.


ΚΚ: Δεν είμαστε υποχρεωμένες να βρούμε τη φύση της τέχνης.


ΒΒ: Διαφωνώ με την παθητικότητά σου μπροστά στα μεγάλα ζητήματα της αισθητικής.


ΚΚ: Η αδράνειά μου είναι πόζα.


ΒΒ: Όπως τα ψώνια μου;


ΚΚ: Πες μου, στη φωτογραφία του 1974 πραγματικά ψώνιζες;


ΒΒ: «Ψώνια» ήταν η δική σου λέξη. Ήταν ο όρος που χρησιμοποίησες για την περίπτωσή μου.


ΚΚ: Αλήθεια, εγώ επέβαλλα αυτή την ιδέα.


ΒΒ: Υποκρινόμαστε ότι κυνηγάμε την εικόνα, ενώ στην πραγματικότητα είμαστε πλάσματα της λέξης.


ΚΚ: Κι όμως είναι η εμφανής ομορφιά που σ’ έκανε διάσημη, όχι η γλώσσα.


ΒΒ: Δεν χρειάζεται να μοιράζουμε τ’ αγαθά του κόσμου σε δύο καλάθια, σε Γλώσσα και Ομορφιά.


ΚΚ: Άρα ψώνιζες ομορφιά;


ΒΒ: Όχι. Ψώνιζα γλώσσα. Το καλάθι μου ήταν ήδη γεμάτο ομορφιά.


ΚΚ: Κι εγώ σου έδωσα τη γλώσσα;


ΒΒ: Όχι, μου έδωσες περισσότερη ομορφιά.


ΚΚ: Και γι’ αυτό ήρθες να μου μιλήσεις σήμερα.


ΒΒ: Για να βγάλω λίγη γλώσσα από μέσα σου.


ΚΚ: Να με αναγκάσεις να σ’ αποζημιώσω με γλώσσα μετά από παρατεταμένη στέρηση.


ΒΒ: Η γλώσσα είναι το γλειφιτζούρι που ανέφερες νωρίτερα.


ΚΚ: Το μεγάλο μεσοδιάστημα πάγου;


ΒΒ: Κι η ομορφιά είναι το καμινέτο που το κάνει να λιώσει.


ΚΚ: Δεν έγραψα σωστά τη λέξη «galerie» στο σχέδιο σου. Έγραψα «GALERE»*.


ΒΒ: Προσπαθούσες να απωθήσεις τη σκέψη των γκαλερί;


ΚΚ: Ήθελα να σβύσω την πίστη μου στην εικόνα σου. Ήθελα να ξεκοιλιάσω κάθε δέσμευση στην τέχνη, κάθε υποχρέωση στη γλώσσα.


ΒΒ: Είμαι ενάντια στο ξεκοίλιασμα, όταν εφαρμόζεται σε απροστάτευτα ζώα.


ΚΚ: Σ’ αυτό το σχέδιο δε σκόπευα να κάνω ένα πραγματικό ξεκοίλιασμα – ήταν μεταφορικό.


ΒΒ: Πριν ισχυριζόσουν ότι είσαι ακριβής.


ΚΚ: Ναι; Ήμουν απλά παραστατική.


ΒΒ: Είμαι κι εγώ απίστευτα παραστατική.


ΚΚ: Πες μου περισσότερα για το καμινέτο που κάνει τη γλώσσα να λιώνει.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Δήμητρα Ιωάννου

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ του A Glimpse of

  1. Σερ Χένρι Ρέιμπερν: Σκώτος ρομαντικός ζωγράφος (1756-1823).

  2. 1974: Η χρονιά που αποσύρθηκε η Μπριζίτ Μπαρντό από τον κινηματογράφο.

  3. Βαλχάλα: Στη σκανδιναβική μυθολογία, η πολυτελής αίθουσα όπου ο βασιλιάς Όντιν υποδεχόταν τους σκοτωμένους πολεμιστές.

  4. Galère: Δύσκολη κατάσταση στα γαλλικά.
 
 
ΠΗΓΗ: Modern Painters (Ιούλιος-Αύγουστος 2007).
 
 

Leave a comment